Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

τὰ τῶν στρατοπέδων ς

См. также в других словарях:

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Νυρεμβέργη — (Nurnberg). Πόλη (486.400 κάτ. το 1999) της Γερμανίας, στο ομόσπονδο κρατίδιο της Βαυαρίας. Βρίσκεται στις όχθες του Πέγκνιτς, παραπόταμου του Μάιν στο κέντρο της μεγάλης λεκάνης της Μέσης Φραγκονίας που περικλείεται από τα υψώματα του Φρανκενχέε …   Dictionary of Greek

  • Πύλη, Υψηλή — (τουρκ. Μπαμπ Άαλι). Έτσι λεγόταν αρχικά η πύλη της σουλτανικής σκηνής στους καταυλισμούς των στρατοπέδων, όπου ο μέγας βεζύρης (πρωθυπουργός του σουλτάνου) δεχόταν τους ξένους πρεσβευτές. Αργότερα ονομάστηκε έτσι το ιδιαίτερο θολωτό δωμάτιο… …   Dictionary of Greek

  • κίνημα — τὸ (ΑΜ κίνημα, Μ και κίνημαν) [κινώ] 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού κινώ, η κίνηση 2. σκίρτημα, ερεθισμός, διέγερση (α. «σαν τα κινήματα τής φαντασίας που ζωγραφίζουνε την ευτυχία», Σολωμ. β. «τὰ μὲν γὰρ τοῡ νοὸς κινήματα»., Σαθ. γ.… …   Dictionary of Greek

  • Μπόρμαν, Μάρτιν — (Bormann, Χάλμπερσταντ 1900 – 1945). Γερμανός πολιτικός. Νωρίς δραστηριοποιήθηκε ως στέλεχος στο Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα, καταλαμβάνοντας υψηλά αξιώματα. Υπήρξε στενός συνεργάτης του Χίτλερ και από τους πλέον έμπιστούς του. Το 1941, ως αρχηγός… …   Dictionary of Greek

  • Σολζενίτσιν, Αλεξάντρ Ισάεβιτς — Ρώσος συγγραφέας (Κίσλοβοντσκ, Καύκασος 1918). Σπούδασε μαθηματικά και φυσική στο Πανεπιστήμιο του Ροστόβ και παρακολούθησε μαθήματα φιλολογίας με αλληλογραφία. Το 1939 μπαίνει στη σχολή πυροβολικού και μέχρι το 1945 μάχεται ως απλός στρατιώτης.… …   Dictionary of Greek

  • Αλγερία — I (Αστρον.).Αστεροειδής που το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 14,6, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και από τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 10,5. II Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Ισραήλ — I Επίσημη ονομασία: Κράτος του Ισραήλ Έκταση: 20.770 τ. χλμ. Πληθυσμός: 6.029.529 (2002) Πρωτεύουσα: Ιερουσαλήμ (622.091 κάτ. το 1997) *Σημ.: Η Ιερουσαλήμ ανακηρύχθηκε μονομερώς από το Ισραήλ πρωτεύουσα το 1982, στη θέση του Τελ Αβίβ, χωρίς όμως… …   Dictionary of Greek

  • Κορέα, Βόρεια — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας Έκταση: 120.540 τ. χλμ. Πληθυσμός: 22.224.195 (2002) Πρωτεύουσα: Πιονγκγιάνγκ (2.741.260 κάτ. το 1993)Κράτος της ανατολικής Ασίας, το οποίο καταλαμβάνει το βόρειο τμήμα της κορεατικής χερσονήσου.… …   Dictionary of Greek

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

  • Βοσνία-Ερζεγοβίνη — Κράτος της νοτιοανατολικής Ευρώπης, στη Βαλκανική χερσόνησο, που προέκυψε από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.Συνορεύει Β και Δ με την Κροατία και Α και Ν με τη (Νέα) Γιουγκοσλαβία.Το κράτος της Β. Ε. έχει μικρή διέξοδο στην Αδριατική Θάλασσα. Τα… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»